Παθήσεις: Αθλητιατρική!
ΠΑΘΗΣΕΙΣ
ΑΘΛΗΤΙΑΤΡΙΚΗ
Ρήξη Μηνίσκου
Το γόνατο είναι μια από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες αρθρώσεις του ανθρώπινου σώματος μας , με σημαντική επιβάρυνση κατά την ορθοστασία και την κίνηση, πολλώ δε μάλλον κατά την άθληση. Στη φυσιολογική λειτουργία της άρθρωσης αυτής παίζουν σημαντικό ρόλο οι μηνίσκοι. Στο γόνατό μας υπάρχουν δύο μηνίσκοι: ο έσω και ο έξω. Οι μηνίσκοι είναι δύο ινο-χόνδρινοι σχηματισμοί με μορφή ημισελήνου (εξ ου και το όνομά τους) με σημαντικότατο ρόλο στην ομαλοποίηση της κίνησης και στην κατανομή των φορτίων. Οι μηνίσκοι λειτουργούν σαν μαξιλαράκια-«αμορτισέρ» τα οποία βρίσκονται μεταξύ των δύο οστών: του μηρού και της κνήμης. Έχουν την ικανότητα να απορροφούν τους κραδασμούς κατά την κίνηση και να προστατεύουν τους αρθρικούς χόνδρους από την μεταξύ τους επαφή και τριβή.
Η ρήξη του μηνίσκου αποτελεί τη συχνότερη αιτία πόνου στο γόνατο. Η ρήξη του μηνίσκου είναι μια πολύ συνηθισμένη πάθηση του γόνατος. Προκαλείται στις νεότερες ηλικίες ως αθλητική κάκωση, από βίαιο τραυματισμό αλλά και από πολλούς μικρούς επαναλαμβανόμενους τραυματισμούς και όσο προχωράει η ηλικία, εξαιτίας της ελάττωσης της ελαστικότητας των μηνίσκων. Εκδηλώνεται με πόνο κατά τη στροφική κίνηση, συσσώρευση υγρού και διόγκωσή του, ή «πάγωμα»/μπλοκάρισμα του γόνατος Σε μεγαλύτερης ηλικίας ασθενείς, πολλές φορές μια απλή κίνηση, όπως π.χ. ένα βαθύ κάθισμα, κατέβασμα από σκαλοπάτια ή μια στροφική κίνηση, είναι αρκετή για να ραγεί ο εκφυλισμένος μηνίσκος.
Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με μαγνητική τομογραφία και θεραπεύεται με αρθροσκόπηση γόνατος. Συχνά καταφεύγουμε στην εκτομή του ραγέντος τμήματος του μηνίσκου, ενώ σε νέους ασθενείς με έντονη αθλητική δραστηριότητα μπορεί να γίνει προσπάθεια συρραφής και διάσωσης του μηνίσκου. Η μηνισκεκτομή (όπως και ο βαρύς τραυματισμός του μηνίσκου προφανώς) έχει σημαντικές επιπτώσεις στην άρθρωση του γόνατος και οδηγεί συχνά στην εμφάνιση οστεο-αρθρίτιδας. Για την πρόληψη αυτών των καταστάσεων η Αναγεννητική Ιατρική μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά μέσω της χρήσης βλαστοκυττάρων σε ικρίωμα (scaffold) που να προσομοιώνει τον αφαιρεθέντα μηνίσκο, ενώ συχνά χρησιμοποιούνται και μοσχεύματα από σχετικές τράπεζες ιστών.
Εικόνα ρήξης μηνίσκου
Ρήξη ΠΧΣ
Η φυσιολογική λειτουργία της άρθρωσης του γόνατος βασίζεται εξαιρετικά στους δύο χιαστούς συνδέσμους, τον πρόσθιο και τον οπίσθιο. Οι σύνδεσμοι αυτοί διαδραματίζουν μεγάλο ρόλο στην συνδεσμική σταθερότητα της άρθρωσης. Απώλεια αυτής της σταθερότητας λόγω ρήξης αυτών, καταλήγει αναπόφευκτα σε συνδεσμική αστάθεια, αφού συνδέει την κνήμη με το μηρό και ελέγχει τη πρόσθια μετατόπιση της κνήμης ως προς το μηρό και τη στροφική σταθερότητα του γόνατος. Η μακροπρόθεσμη συνέπεια της ρήξης των χιαστών συνδέσμων είναι η Οστεοαρθρίτιδα του γόνατος με τους μηνίσκους και τον αρθρικό χόνδρο να υφίστανται εκφύλιση και φθορά.
Η ρήξη του προσθίου χιαστού συνδέσμου (ΠΧΣ) μπορεί να συμβεί σε όλες τις ηλικίες, είναι όμως πιο σύνηθες στους νέους κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων και συνοδεύεται με οξύ πόνο και υγρό στο γόνατο (αίμαρθρο). Πάντα προηγείται τραυματισμός και συνήθως ακούεται ένα χαρακτηριστικό “κρακ”. Η επιβεβαίωση των ευρημάτων της κλινικής εξέτασης γίνεται με μαγνητική τομογραφία.
Η χειρουργική αποκατάσταση δεν είναι απολύτως επιβεβλημένη σε ασθενείς μικρών απαιτήσεων και μεγάλης ηλικίας ή με μερική ρήξη, αλλά μπορεί να γίνει προσπάθεια βελτίωσης της κατάστασης με χρήση βιολογικών θεραπειών (πχ PRP). Στην περίπτωση μεγάλων ρήξεων σε μη ηλικιωμένους ασθενείς με έντονη δραστηριότητα η, μόνη ουσιαστικά, λύση είναι η αρθροσκοπική αποκατάσταση του ΠΧΣ με χρήση αυτόλογου μοσχεύματος (συνήθως τένοντες από τους hamstrings). η χειρουργική αποκατάσταση δεν είναι απολύτως επιβεβλημένη.
Εικόνες ρήξης ΠΧΣ
Τενοντοπάθεια του Ώμου
Η ασβεστοποιός τενοντίτιδα είναι μια κατάσταση ιδιαίτερα επώδυνη για τον ασθενή που συνήθως προκαλείται μετά από επαναλαμβανόμενους μικροτραυματισμούς των τενόντων του στροφικού πετάλου του ώμου και κυρίως του υπερακανθίου, ενώ συχνά χαρακτηρίζεται συνήθως ως ασβεστοποιός, διότι συνδέεται με την εναπόθεση ασβεστώσεων μέσα στους τένοντες. Αυτό είναι απότοκο της εμμένουσας και υποτροπιάζουσας «φλεγμονής-υπέρχρησης». Τα κύρια ενοχλήματα είναι πόνος στην κίνηση αλλά και στην ηρεμία (κυρίως κατά τον ύπνο) και αδυναμία ανύψωσης ή περιστροφής του χεριού.
Η θεραπεία περιλαμβάνει την έκχυση βιολογικών παραγόντων, ξυλοκαϊνης, κορτιζόνης στον υπακρωμιακό χώρο, και φαρμάκων, αναλόγως του περιστατικού και η συντηρητική αντιμετώπιση.
Επίσης, μπορεί, εφόσον ενδείκνυται, να εφαρμόσει με τοπική αναισθησία, την αναρρόφηση των επασβεστώσεων με την τεχνική Barbotage υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση. Συχνά μπορεί να απαιτηθεί αρθρσκόπηση του ώμου, με στόχο τη διόρθωση της υποκείμενης βλάβης (πχ υπακρωμιακή προστριβή).
Εικόνα- ασβεστοποιός τενοντοπάθεια (πριν και μετά την αγωγή)